Πρόχειρο διαγώνισμα

Αν και γεροδεμένος, ήταν η πρώτη φορά που ο Μάρκος αποφάσισε να ασχοληθεί λίγο πιο σοβαρά με το σώμα του. Μετά από μια σύντομη έρευνα αγοράς, γράφτηκε σε ένα αξιοπρεπές γυμναστήριο της περιοχής του.

Σε ένα ομαδικό της Τρίτης, πρόσεξε την Ηρώ. Ήταν μελαχρινή, με πράσινα μάτια και έπιανε τα μαλλιά της κότσο, προφανώς για το μάθημα. Πέρα από την ομορφιά της, του έκανε εντύπωση το πώς την είχαν συνεχώς στη μέση μια αγέλη από ύαινες του γυμναστηρίου. Την πλησίαζαν με χαμόγελα γεμάτα δόντια και της έπιαναν κουβέντα για κάθε ασήμαντη σαχλαμάρα που μπορείς να φανταστείς. Εκείνη, με όση ευκολία έστρωνε πάσες ο Τσ(ι)άρτας, συμμετείχε στην κουβέντα ρωτώντας τον διπλανό της κάτι αντίστοιχο. Έτσι για να γυρνάει το πράμα, έκανε τον κύκλο της η κουβέντα, και στο κέντρο του…η Ηρώ.

Ο Μάρκος, αν και δεν του ήταν αδιάφορη σα γυναίκα, δεν είχε σκοπό να κάνει ποτέ κίνηση να της μιλήσει. Αφενός γιατί εκεί δεν πήγε για να χτυπήσει γκόμενα (δεν είχε και ποτέ πρόβλημα) άλλα και αφετέρου, δεν είχε καμιά διάθεση να μεγαλώσει τον κύκλο με τις ύαινες.

Ένα κρύο απόγευμα, μόλις έχοντας πιει μια γουλιά νερό από τον ψύκτη, νιώθει ένα χέρι στην πλάτη του.

«Καλησπέρα, είπα να συστηθώ, με λένε Ηρώ!» Του είπε χαμογελαστή καθώς τα πράσινα μάτια της έλαμπαν από την αντανάκλαση κάθε πηγής φωτός στο δωμάτιο. Η μουσική στα αυτιά του Μάρκου άρχισε να ακούγεται πιο μακριά σαν να βυθιζόταν σε ένα πηγάδι και το μόνο φως που έβλεπε ήταν εκείνο των ματιών της. «Είναι όμορφη, γαμώτι…»Σκέφτηκε ο Μάρκος.

Μετά από μια σύντομη ανταλλαγή ληξιαρχικών πληροφοριών, η μαντάμ έκανε και το δεύτερο βήμα. Κανόνισαν την επόμενη κιόλας μέρα ποτάκι.

Έτσι και έγινε! Και για ποτό πήγαν, και θερμή ήταν και ευχάριστη και όλα. Άνοιξε την καρδιά του ο ένας στον άλλο και βρήκαν κοινά στοιχεία. Και οι δύό τύχαινε να είναι μόνοι, χωρισμένοι από μια «σοβαρή» σχέση και τώρα αμφότεροι ψάχνουν κάτι σοβαρότερο και κυρίως, πιο αληθινό. Έτσι πέρασε η ώρα και μπήκανε στο αμάξι να την αφήσει σπίτι ο Μάρκος.

Φασώθηκαν στο Opel για κάνα μισάωρο. Τίμια, αντρίκια, φάσωμα λυκείου. Με δάγκωμα χειλιών και βυζόχερα μέσα απο κουμπωμένο στην τρίτη σκάλα σουτιέν.

Την επόμενη μέρα, είχαμε σιγή ασυρμάτου. Πήρε δύό φορές τηλέφωνο ο Μάρκος, δεν σήκωσε κανένα η Η. Της έστειλε μήνυμα. Η απάντηση ήρθε λίγο πριν τα μεσάνυχτα. «Είχα πολύ δουλεία, μιλάμε»

Κανονικά, όπως έχουμε γίνει οι άντρες στην Ελλάδα, ο τυπικός λακαμάς, θα έλιωνε στα τηλέφωνα και τα μηνύματα. Θα έστελνε κούριερ με λουλούδια, θα έπαιρνε στον Τσαουσόπουλο να της κάνει αφιέρωση και θα κατέβαζε 2/3 Jack Daniels. Όμως ο Μάρκος δεν είναι κιρίζι. Ο Μάρκος μάγκες, διαβάζει Simple Man. Ο Μάρκος την έγραψε στα παπάρια του.

Μια το ένα, μια το άλλο, έτυχε να ξανασυναντηθούν στο γυμναστήριο. Την είδε πάλι στο κέντρο του τελετουργικού κύκλου, τριγυρισμένη από της ύαινες. Με άλλον χαζογέλαγε, με άλλον έκανε ναζάκια, σε άλλον έκανε ποντίκι και την έπιανε να δει πόσο δυνάμωσε (…), ο Μάρκος το πρόγραμμα του. Κάποια στιγμή, τον πλησίασε. Αφού τον ευχαρίστησε για τη βραδιά, τον ρώτησε αν έχει κάτι γιατί δείχνει στεναχωρημένος. Αφού την διαβεβαίωσε πως είναι κλάιν, του ζήτησε, αν θέλει να ξαναβγούν την επόμενη. Έτσι και έγινε.

Για να μή σας κουράζω, για φαΐ πήγαν, περάσαν καλά αλλά αυτή τη φορά ο φάσωμα ήταν 15λεπτο. Κατουριόταν.

Την επομένη όμως, πάλι σιγή ασυρμάτου.

Το σκηνικό το ίδιο, την ξαναείδε στο γυμναστήριο μέσα στις ύαινες. Εκείνη χαμογελαστή όπως πάντα έδινε και έπαιρνε κοπλιμέντα. Δεν άντεχε άλλο ο Μάρκος. Ίσως έκανε αυτός κάποια μαλακία, ίσως νομίζει πως της το παίζει δύσκολος. Ένιωθε πως όσες φορές έχουν έρθει κοντά, είναι γιατί εκείνη το θέλησε. Αποφάσισε να κάνει και αυτός ένα βήμα. Στο κάτω κάτω, αυτή έχει κάνει τόσα. Ήπιε μια γουλιά νερό από τον ψύκτη, σκουπίστηκε, πήρε μια ανάσα και πλησίασε. Με τα χέρια του ευγενικά παραμέρισε δύό ύαινες και στριμώχτηκε ανάμεσα τους. Αποφάσισε να περιμένει να τελειώσει η Ηρώ την κουβέντα της με τον νεαρό, μιλούσαν για ζώδια. Αυτόματα τα χείλια του πήραν τη μορφή χαμόγελου και τα δόντια του αποκαλύφθηκαν ένα ένα.

Το κείμενο αυτό είχε γράψει ο Simple Man (Oddodo).