Αυτό που θέλουν οι γυναίκες

Η Κάτια είναι μια σοβαρή κοπέλα. Μοναχοκόρη, μεγαλωμένη με αξίες από μια μεσοαστική αξιοπρεπή οικογένεια κάπου στο Χολαργό. Ήταν πάντα μετρημένη σε όλα της, έχοντας πρώτα τις σπουδές της στα νομικά. Δεν ήταν σε καμιά περίπτωση 10άρι αλλά σαφώς ήταν πάνω από το 7. Ένα τίμιο μωρό σε κάθε περίπτωση. Άν κάπου έχανε αυτό ήταν η αυτοπεποίθηση της. Παρέες, γκομενιλίκια, καταλήψεις και Τρύπες, ήταν πράγματα που για ‘κείνη ήταν μηδενισμένα. Δε της άρεσαν άλλωστε ποτέ οι παρέες αυτές, δεν αισθανόταν άνετα με δαύτους.

Πριν δυόμιση περίπου χρόνια, μια ξαδέλφη της, της γνώρισε τον Θοδωρή. Κηφισιώτης, με master’s στα Οικονομικά από αγγλικό πανεπιστήμιο με πολλά σύμφωνα. Και αν νομίζεις πως τα καλά του τελείωναν εκεί, είσαι γελασμένος. Εκτός από αγγλικά και γαλλικά, έκανε 4 χρόνια ημι-επαγγελματικό polo και έκανε άνετα 160kg πιέσεις πάγκου. Ευθυτενής και αρρενωπός, υπεύθυνος και ώριμος. Τα δύο πιτσουνάκια ήταν φτιαγμένα ο ένας για τον άλλο όπως το βρώμικο λουκάνικο της Μαβίλη με τα ξύδια.

Απόψε ήταν μια ιδιαίτερη βραδιά. Είχε από καιρό κανονιστεί έξοδος στα εγκαίνια ενός κλαμπ της παραλιακής του οποίου μεγαλομέτοχος είχε πρόσφατα γίνει ο αδελφός του Θοδωρή. Αλίμονο όμως, έπεσε πολλή δουλεία στην επενδυτική τράπεζα που είναι προϊστάμενος ο Θοδωρής και έπρεπε να της το ακυρώσει. Στη θέση του, της πρότεινε να πάρει τη φίλη της την Ξένια. ‘Ε, έτσι και έγινε.

Έβαλε το TT που της πήρε ο Θοδωρής στο παρκινγκ του μαγαζιού και με την Ξένια αγκαζέ μπήκαν μέσα. Κόσμος, μουσική, μωράκια παντού. Όλοι διασκέδαζαν, η Ξένια έλιωνε στην πίστα, είχε κάνει κονέ με μια παρέα και παίζει να ψιλοκαβλάντιζε με έναν κακοκουρεμένο σαφώς μικρότερο της. Είχε και ταττού αυτός!

Όμως η Κάτια μας, δε διασκέδαζε. Δεν αισθανόταν σε mood να σηκωθεί να χορέψει, δεν ένιωθε άνετα με τόσες γυναίκες εκεί μέσα και στην τελική ήταν έξω από τα νερά της. Δεν περνούσε καλά και ας έπαιζε λάτιν. Κοίταζε μελαγχολικά την Ξένια να κουνάει τον ανύπαρκτο κώλο της και ένιωθε το ποτήρι με το ποτό της, όσο πάει να βαραίνει. Πάντα αγαπούσε τα λάτιν τραγούδια και συχνά ονειρεύεται πως είναι σε ένα μπιτσόμπαρο της Καραϊβικής με τον Θοδωρή. Και εκεί νιώθει βαριεστημένη όπως τώρα. Ξαφνικά, σαν από θαύμα, ο Θοδωρής την καταλαβαίνει και χωρίς να της πει λέξη, την βουτάει από το χέρι και την ξεπατώνει σε έναν έντονο και γεμάτο πάθος χορό… Μα αυτό δε γινόταν ποτέ στην πραγματικότητα… Για την Κάτια η πραγματικότητα είναι πάντα προβλεπόμενη.

Ξαφνικά, νιώθει ένα χέρι να της αρπάζει το ποτό. Πριν προλάβει να καταλάβει τι συμβαίνει, ένας άγνωστος νεαρός, αφήνει το ποτό της στον πάγκο, την βουτάει από το χέρι, και τραβώντας την προς την πίστα της λέει στο αυτί «πάμε!».

Το ξεβίδωσε το μωρό στο χορό ο μάγκας. Πάνω κάτω, δεξιά αριστερά, οι άγνωστες παλάμες του την άρπαζαν από μέρη του σώματός της που κάποιος έπρεπε να ζητήσει συγγνώμη αν τα ακουμπούσε κατά λάθος. Πριν προλάβει να σκεφτεί, τα συναισθήματα που ένιωθε είχαν γίνει πλημμύρα που όσο τα δευτερόλεπτα κυλούσαν τόσο ξέφευγε από τον έλεγχο. Ο εγκέφαλος της δεν μπορούσε να διαχειριστεί τόσα ερεθίσματα και απλά αφέθηκε υπνωτισμένα στους ιδρωμένους ώμους του αγνώστου που η ένταση και το μισοσκόταδο μετέτρεπαν σε έναν αόρατο μαριονετίστα που έλεγχε κάθε κίνηση της.

Ένιωθε όλο της το σώμα μουδιασμένο αλλά και παράλληλα σε μια κατάσταση πρωτόγονης εγρήγορσης, σαν να ξύπνησε από το λήθαργο του, ένα ζώο μέσα της. Τα αυτιά της βούιζαν καθώς ένιωθε τους παλμούς του στο λαιμό του. Το άρωμα του σε συνδυασμό με τη μυρωδιά του ιδρώτα του, της έκαναν τα χείλη υγρά.

Ναί.

Και τότε, πριν τελειώσει το τραγούδι, ο άγνωστος, σκύβει στο αυτί της και της λέει «Φτάνει». Άγαρμπα το κορμί της , από την ηλεκτρισμένη κατάσταση που ήταν έφτασε άμεσα σε πλήρη ακινησία και αυτομάτως το βλέμμα της έψαξε διψασμένα να τον βρεί. Είδε μόνο την πλάτη του καθώς τον κατάπινε το πλήθος. Ήταν μετρίου αναστήματος, με ένα λευκό t-shirt και ένα απλό τζήν.

Μια ώρα πέρασε ψάχνοντας τον. Δεν ήταν πουθενά, λες και άνοιξε η γης και τον κατάπιε. Σα να μην υπήρξε ποτέ. Άρχισε να αμφιβάλει για τον εαυτό της, τα όρια μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας είχαν θολώσει. Ήταν μήπως αυτή η συγκλονιστική εμπειρία, μακέτο; Απογοητευμένη, έγνεψε στην φίλη της πώς φεύγει. Ούτε λόγος για την Ξένια που γλειφόταν με τον κακοκουρεμένο πιτσιρικά με κόντρα την πλάτη σε μια κολόνα. Έφυγε μόνη.

Πήγε στο πάρκινγκ να πάρει το κλειδί για το ΤΤ. Σοκ. Ο παρκαδόρος φορούσε ένα λευκό t-shirt και ένα απλό τζήν. Με γουρλωμένα μάτια και ανοικτό στόμα έμεινε να τον κοιτάει σαν τους λαγούς τα φώτα το βράδυ. «Στο ΤΤ είσαι; Φύγαμε!» της είπε ο ευλύγιστος παρκαδόρος καθώς ξεκρέμασε τα κλειδιά της από το ταμπλό. Της άρπαξε πάλι το χέρι και αυτή τη φορά, χωρίς κανένα δισταγμό τον ακολούθησε.

10 λεπτά μετά και για τις επόμενες δύο ώρες, ίδρωναν και οι δύο μέσα στο ΤΤ που της είχε κάνει δώρο ο Θοδωρής.

Τι μάς λέει αυτή η βγαλμένη από τη ζωή ιστορία,

Όπως και κάθε άλλος οργανισμός σε αυτό τον πλανήτη, έτσι και ο άνθρωπος, έχει ανάγκες. Ειδικά ο άνθρωπος που είναι και ο οργανισμός που σήμερα μας απασχολεί (συγγνώμη ζητώ από τους συμπαθείς χούλιγκαν) έχει μια μεγάλη λίστα από ανάγκες ενώ παράλληλα έχει έμφυτο έναν μηχανισμό που τον σπρώχνει μόλις ικανοποιήσει την πιο ζωτικής σημασίας ανάγκη, αμέσως να κοιτάξει πώς να ικανοποιήσει την επόμενη.

Ένας τίμιος επιστήμων της Ψυχολογίας, τις μελέτησε και βοήθησε να τις κατατάξουμε σε μια πυραμίδα. Στη βάση έβαλε τις πιο βασικές ανάγκες και στην κορυφή τις υψηλότερες, πιο δύσκολες και πιο «πολυτελείς» ανάγκες.

jedi-pyramid

Ας εξετάσουμε τώρα την Κάτια και τα καμώματα της. Κοιτάζοντας την βάση της πυραμίδας βλέπουμε πως η κ. Κάτια τα είχε όλα από τα πρώτα τρία επίπεδα. Αυτό που της έλειπε ήταν η αποδοχή για αυτό που είναι. Να την δεχτεί κάποιος όπως είναι και όχι για αυτό που πρέπει λογικά να είναι. Ένιωθε άβολα ανάμεσα σε κόσμο που διασκέδαζε και την είχε κουράσει η επαναλαμβανόμενη ρουτίνα που αποκαλούσε «ζωή». Ο Θοδωρής αν και στα χαρτιά πέρναγε με 10′ στην πραγματικότητα είναι ένας νερόβραστος, κενός, προβλεπόμενος μεσοαστός που το μεγαλύτερο ατομικό του επίτευγμά είναι να είναι στα μεγάλα ποσοστά των δημοσκοπήσεων. Ποτέ στα δυόμιση χρόνια δεν κατάφερε να γίνει αυτός που ονειρευόταν εκείνη. Η Κάτια από την πλευρά της, μη έχοντάς την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθηση πως αξίζει να κυνηγήσει αυτό που της αξίζει, εκπαίδευσε τον εαυτό της, ακόμη και στις φαντασιώσεις της να φέρνει τον Θοδωρή.

Τι θέλουν οι γυναίκες; Ότι θέλουν όλοι οι άνθρωποι. Να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους. Αν ζούσαμε στην κατοχή, η γυναίκα θα ήθελε ένα πιάτο φακές. Αν ζούσαμε στην Παλαιστίνη, θα ήθελε ένα περιβάλλον ασφάλειας και φροντίδας και στην δική μας δυτικού τύπου κοινωνία, η γυναίκα θέλει συναισθήματα. Θέλει δράμα, θέλει να νιώσει ζωντανή. Θέλει να της συμβούν έντονες, απρογραμμάτιστες καταστάσεις που θα την γεμίσουν συναισθήματα. Και ποια καλύτερα από τα θετικά συναισθήματα; Αυτοπεποίθηση. Να πάρει από τον άντρα αυτοεκτίμηση. Και πως μπορείς σαν άντρας να το διαθέσεις; Μόνο εφόσον το έχεις.

Θα πρόσεξες πως δεν αναφέρθηκα στο τελευταίο επίπεδο της πυραμίδας. Αυτό εγώ το λέω «επίπεδο Jedi». Είναι ιδεατό επίπεδο και είναι περισσότερο μια μυθική κατάσταση σούπερ ήρωα παρά μια πραγματικότητα καθώς είναι πολύ σπάνιο να βρεις άνθρωπο που έχει αυτό-ολοκληρωθεί. Στην ιστορία μας, ο παρκαδόρος είναι στο επίπεδο αυτό. Είναι ένας Jedi μέσα στον Coruscant. Ο κόσμος μας είναι ο παιδότοπος του, όποτε θέλει κάνει ό,τι θέλει, αλλάζοντας τις ζωές τον συνανθρώπων του πάντα με ένα άνετο στωικό χαμόγελο σαν ό,τι συμβαίνει, συμβαίνει γιατί εκείνος το είχε υπολογίσει έτσι.

Σιγά σιγά, θα φτάσουμε στο να τον καταλάβουμε, να τον μάθουμε και στο τέλος, να τον κάνουμε κτήμα μας, γιατί είναι, εμείς.

– Επίτηδες δεν τον ονόμασα, για να του δώσεις το όνομα σου.

Τσάγια.

Το κείμενο αυτό είχε γράψει ο Simple Man (Oddodo).